- ὑμνητικῶς
- ὑμνητικόςlaudatoryadverbial
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
υμνητικός — ή, ό / ὑμνητικός, ή, όν, ΝΑ [ὑμνητός] επαινετικός, εγκωμιαστικός («αἱ Μοῡσαι θεαὶ καὶ Ἀπόλλων μουσηγέτης καὶ ἡ ποιητικὴ πᾱσα ὑμνητική», Στράβ.). επίρρ... υμνητικώς / ὑμνητικῶς, ΝΑ, και υμνητικά Ν με εγκωμιαστικό τρόπο, με ύμνους … Dictionary of Greek
ՕՐՀՆԵՐԳԱԲԱՐ — ( ) NBH 2 1036 Chronological Sequence: 8c մ. ὐμνητικῶς . Օրհներգութեամբ. հռչակաւ. *Յայտնաբանապէս եւ օրհներգաբար յօրինեալ յաստուածայինսն՝ անուանակոչութիւնս. Դիոն. ածայ … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)